Μεγάλη μερίδα
πολιτών ακούγοντας «Δημόσιο νοσοκομείο» σκέφτεται: μεγαλογιατροί με…τουπέ,
φακελάκια, νοσοκόμες και τραυματιοφορείς δημόσιοι υπάλληλοι που κάπως
βολεύτηκαν σε μια θέση, παλιό κτήριο, ανεπαρκής εξοπλισμός, ασθενείς που δεν
είχαν άλλη επιλογή.
Εγώ σκεφτόμουν:
μικρόβια, κόσμος από κάθε καρυδιάς καρύδι, καλοί γιατροί αλλά κουραστικό και
ψυχοφθόρο σύστημα αναμονής.
Η ευτυχώς σύντομη
εμπειρία μου στα επείγοντα αλλά και ως νοσηλευόμενη στη Β΄ Παθολογική με έκαναν
να σκεφτώ περισσότερο και να επιβεβαιώσω την αρχή μου, να μην κρίνω κάτι αν δεν
έχω πλήρη εικόνα. Τι εννοώ;
1ον:
Γιατροί:
Ειδικευόμενοι και
καθηγητές πάντα σχολαστικοί και με ειλικρινές ενδιαφέρον για τον ασθενή. Ακόμη
και τις πρώτες πρωινές ώρες, στο τέλος της βάρδιας, ακόμη και το μεσημέρι, την
ώρα που κανονικά θα είχαν σχολάσει.
Φακελάκι δεν
είδα. Δεν ξέρω αν υπάρχει, αλλά εγώ δεν είδα.
Είδα όμως έναν
(δεν ξέρω τι ήταν; Μεγαλογιατρός; Διοικητής; Διευθυντής σε κάποιο τμήμα; Δεν ξέρω…
μεγάλο κεφάλι πάντως) ειδική κατηγορία από μόνος του. Ο τύπος ήθελε να «βολέψει»
σε θάλαμο ένα γνωστό του κι επειδή δεν έβρισκε την προϊσταμένη στο τηλέφωνο
ήρθε και μίλησε με αγένεια σε όλο το προσωπικό επειδή τάχα δεν σηκώνουν τα
τηλέφωνα… (Επειδή ήμουν παρούσα και το κρεβάτι μου ήταν μπροστά στην υποδοχή,
άκουσα όλα τα τηλέφωνα. Όλα απαντήθηκαν και σ’ εκείνη τη βάρδια δε λούφαρε
κανείς.) Απλώς, όπως αποδείχτηκε αφού είχε κατσαδιάσει κι αναστατώσει όλη τη Β΄
παθολογική, έπαιρνε σε λάθος τηλέφωνο… στο τηλέφωνο του γραφείου της προϊσταμένης,
η οποία δεν μπήκε ποτέ για να το ακούσει, αφού σε όλη τη βάρδια έτρεχε από
θάλαμο σε θάλαμο κι από τηλέφωνο σε τηλέφωνο για τη δουλειά.
2ον:
Νοσηλευτικό προσωπικό:
Εδώ είδα 2
κατηγορίες: Α) αυτούς που έκαναν όσα λιγότερα μπορούσαν για να περάσει γρήγορα
η βάρδια – και ευτυχώς δηλαδή. Αν σου πάρει αίμα κάποιος από αυτήν την κατηγορία…
την έβαψες… Αυτούς τους ξεχώριζες εύκολα. Κι αν δεν τους έβλεπες, ήταν απ’ αυτούς
που έλεγαν «εγώ δε θα σε πονέσω καθόλου!».
Β) αυτούς που
έρχονταν νωρίτερα, ενημερώνονταν για τους ασθενείς, έκαναν τη δουλειά τους με
μεράκι, χωρίς να τους επισημάνει κανείς τίποτα, γρήγορα, αποτελεσματικά,
ακούραστα. Δε σχολίαζαν αλλά απαντούσαν πάντα στις ερωτήσεις με κατανόηση και
συμπόνια. Σ’ αυτή την κατηγορία θα βάλω και την προϊσταμένη – ακούραστη κι αυτή
με πλήρη επίγνωση της κατάστασης (ασθενών και συναδέλφων), με ευγένεια αλλά και
πυγμή για να επιβληθεί όποτε χρειάστηκε. Μιλούσε στα τηλέφωνα, συντόνιζε και
τακτοποιούσε κάθε εκκρεμότητα, από τις εξετάσεις και την μέριμνα των ασθενών, τις
βάρδιες του νοσηλευτικού προσωπικού, τις προμήθειες των φαρμάκων, ακόμη και τα
κλινοσκεπάσματα. Αυτή η κατηγορία σε τίποτα δεν έμοιαζε στους δημοσίους υπαλλήλους
των στερεοτύπων.
3ον:
Οι κτηριακές υποδομές:
Το εν λόγω νοσοκομείο
έχει πτέρυγες που χτίστηκαν σε 5-6 διαφορετικές εποχές. Από την εποχή του
Βενιζέλου οι πρώτες, μέχρι τι 2020 η τελευταία. Αναλόγως με την παλαιότητα φυσικά
πάει και η αισθητική και το κλίμα που αποπνέει. Εγώ ήμουν τυχερή γιατί
νοσηλεύτηκα στο πιο καινούριο κτήριο. Ωστόσο παντού υπήρχε μέριμνα για καθαριότητα.
Βέβαια οι ανελκυστήρες δεν ήταν πάντα διαθέσιμοι αλλά το σύστημα αναμονής και
γραφειοκρατίας είχε βελτιωθεί σημαντικά. Οι γιατροί είχαν πρόσβαση σε εξετάσεις
ψηφιακά άμεσα και γρήγορα.
4ον:
Εξοπλισμός:
Δε λέω, εγώ δε
στερήθηκα τίποτα. Ένα χάπι μόνο τη μέρα του εξιτηρίου. Αλλά δε με ένοιαζε γιατί
το πήρα απ’ έξω. Εκεί όμως που γελάει ο κόσμος ήταν στις μάσκες… Μάσκες υπήρχαν
διαθέσιμες αλλά εκείνες οι παλιές χειρουργικές. Μόνο όσοι έμπαιναν σε θάλαμο με
κρούσμα κόβιντ μπορούσαν να προμηθευτούν πιο καλή μάσκα τύπου ffp2. Επομένως, γιατροί και νοσηλευτές παίζουν την υγεία τους κορώνα γράμματα αν δεν φέρουν οι
ίδιοι απ το σπίτι τους πιο αξίοπιστη μάσκα. Και είμαι σχολαστική σ’ αυτό γιατί
έτυχε κρούσμα που διαγνώστηκε με κόβιντ τη 2η μέρα νοσηλείας του. Πιθανότατα
υπήρξε διασπορά του ιού.
5ον
ασθενείς και συνοδοί:
Ασθενείς πολλοί. Συνοδοί
ευτυχώς λίγοι αλλά κάθε καρυδιάς καρύδι. Η μια ξάπλωνε μαζί με την άρρωστη μητέρα
της στο κρεβάτι. Η άλλη άφησε τη νύχτα
μόνη της την άρρωστη μητέρα της για να πάει να κοιμηθεί, κι όταν την
πήραν τηλέφωνο πως η μητέρα ήταν ανήσυχη, ήρθε και την πήρε να φύγουν για
κοιμηθούν στο σπίτι – λες και στο νοσοκομείο ήταν ξενοδοχείο. Βέβαια είδα κι
εκείνη την ευγενική κυριά, σαν νονά νεράιδα, με πλησίασε «κορίτσι μου, τι
χρειάζεσαι; Τι να σου φέρω; Θέλεις μια πορτοκαλάδα; Ότι χρειαστείς να μου το
ζητήσεις. Δεν είσαι μόνη σου.»
Πόσα πράγματα
μπορεί να μας διδάξει μια σύντομη εισαγωγή στο ελληνικό δημόσιο νοσοκομείο;
Ποιες σκέψεις και αισθήματα μας διεγείρει; Μπορούμε άραγε από μια τέτοια
εμπειρία να εξάγουμε συμπεράσματα γενικότερα για το Ε.Σ.Υ. αλλά και για την
κοινωνία ολόκληρη; Εγώ έμαθα πως αν δεν δεις τα πράγματα από μέσα δεν έχεις δικαίωμα
να κρίνεις. Κι αν κρίνεις, μάλλον θα πέσεις σε πλάνη.
Φεύγοντας με
αποχαιρέτησαν και μου είπαν: «Τι θα άκουσες κι εσύ 2 μέρες εδώ; Σε ζαλίσαμε…»
«Τι περνάτε είδα»
τους απάντησα. «καλή δύναμη σας εύχομαι!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου